ΑΡΧΕΙΟ -21- ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ


Ευαγόρας Παλληκαρίδης

(Τσάδα –επαρχίας Πάφου στην Κύπρο 28 Φεβρουαρίου 1936 – Φυλακές Λευκωσίας 13 Μαρτίου 1957)
Ο νεαρός ήρωας του αγώνα της ΕΟΚΑ, οραματιστής και ποιητής ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του αστυνομικού Μιλτιάδη Θεοδώρου από τη Λάπηθο Λάρνακας κι εγγονός του Θεόδωρου Παλληκαρά απ’ τον οποίο πήρε το επίθετό του ο ήρωας.
Τα πρώτα χρόνια του ο Ευαγόρας τα έζησε στο χωριό του, την Τσάδα. Από το σχολείο άρχισε να φαίνεται το συγγραφικό του ταλέντο, δημιουργεί τη σχολική εφημερίδα της τάξης του την οποία γράφει σχεδόν ολόκληρη μόνος του. Το Φθινόπωρο του 1950 εγγράφεται στο Γυμνάσιο στο Κτήμα, εκείνη την εποχή ξεκινά να γράφει στίχους. Τον Ιούνιο του 1953 πρωτοστατεί στις μαθητικές κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας με σκοπό τη ματαίωση των εκδηλώσεων προς τιμή της Βρετανίδας Βασίλισσας στην Πάφο, οι κινητοποιήσεις εξελίσσονται σε οδομαχίες με τους Άγγλους στρατιώτες. Τον Ιανουάριο 1955 προσάγεται σε δίκη και του επιβάλλεται πρόστιμο 10 Λιρών γιατί συμμετείχε σε μαθητική διαδήλωση για την απελευθέρωση των συλληφθέντων μελών πληρώματος του πλοιαρίου Άγιος Γεώργιος που κουβαλούσε στην Κύπρο όπλα για τον αγώνα που θα άρχιζε.
Από την έναρξη του αγώνα τον Απρίλιο του 1955 οργανώνεται στην ΕΟΚΑ, όπου συμμετέχει σε επιχειρήσεις δολιοφθορών κατά κυβερνητικών κτηρίων. Το καλοκαίρι του 1955 με την εκδρομή των μαθητών επισκέπτεται την Αθήνα και γράφει σ’ ένα ποίημα του:
Αύριο ξεκινούμε για την πατρίδα·
γιαλούς θε να περάσουμε και στεριά.
Μαζί μας θε να πάρουμε την ελπίδα
ταχιά πως θα μας έρθει κι η Λευτεριά…
Τον Νοέμβριο του 1955 επιτίθεται και τραυματίζει δυο στρατιώτες αγγλικής περιπόλου που είχαν συλλάβει και κακοποιούσαν έναν μαθητή γυμνασίου. Στις 19 Νοεμβρίου 1955 δικάζεται και του επιβάλλεται πρόστιμο 30 Λιρών ως εγγύηση κατηγορούμενος ότι μετείχε παράνομα σε οχλαγωγία ενώ η δίκη αναβάλλεται για τις 6 Δεκεμβρίου 1955. Στις 5 Δεκεμβρίου 1955 φεύγει για το βουνό κι αφήνει στο θρανίο της τάξης του το γνωστότερο ποίημα του:
Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
Θ’ αφήσω αδέρφια, συγγενείς
τη μάνα τον πατέρα
μες στα λαγκάδια πέρα
και τις βουνοπλαγιές.
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θάχω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι
βουνά και ρεματιές.
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θαρθεί το καλοκαίρι
τη Λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.
Μα δεν μπορώ να καρτερώ.
Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
Τα σκαλοπάτια θ’ ανεβώ
θα μπω σ’ ένα παλάτι
το ξέρω θαν’ απάτη
δε θάναι αληθινό.
Μες στο παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω το θρόνο·
βασίλισσα μια μόνο
να κάθεται σ’ αυτόν.
Κόρη πανώρια, θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
μονάχ’ αυτό ζητώ.
Γεια σας παλιοί συμμαθηταί. Τα τελευταία λόγια τα γράφω σήμερα για σάς.
Κι όποιος θελήσει για να βρει ένα «χαμένον αδερφό», έναν παλιό του φίλο,
Ας πάρει μιαν ανηφοριά,
ας πάρει μονοπάτια
να βρει τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
Με την Ελευθεριά μαζί
μπορεί να βρει και μένα.
Αν ζω θα μ’ εύρη εκεί.
Ευαγόρας Παλληκαρίδης 5.12.1955
Στο βουνό περνά κάθε μέρα ώρες ατέλειωτες κλεισμένος σε κρησφύγετα μέχρι να πέσει το σκοτάδι. Τις νύχτες ατέλειωτες πορείες, συναντήσεις με άλλες αντάρτικες ομάδες, διανυχτερεύσεις σε σπίτια φιλόξενων πατριωτών, αποστολές. Την 28 Μαίου 1956 η ομάδα του Ευαγόρα στήνει ενέδρα στο χωριό Κινούσα σε αγγλικά καμιόνια κι αφήνει στον τόπο τρεις νεκρούς και έξι τραυματίες. Συμμετέχει στις επιθέσεις κατά των αστυνομικών σταθμών Στρουμπιού και Παναγιάς. Στις 26 Ιουνίου 1956 η ομάδα του στήνει ενέδρα στο χωριό του, την Τσάδα όπου σκοτώνονται τρεις Άγγλοι στρατιώτες. Το καλοκαίρι εκείνο ο Ευαγόρας βρίσκεται επικηρυγμένος για 5.000 Λίρες.
Στις 21 Σεπτεμβρίου 1956 απαγχονίζονται οι αγωνιστές Μαυρομάτης. Κουτσόφτας, Παναγίδης. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1956 η ομάδα του Ευαγόρα ειδοποιεί τους Άγγλους παραπλανητικά στη Λυσσό για δήθεν εγκαταλελειμμένη βόμβα κι ενώ οι Άγγλοι πλησιάζουν στο χωριό πλήττονται από βόμβα που είχε τοποθετηθεί από την ομάδα σε δέντρο δίπλα στο δρόμο κι αφήνουν τέσσερις νεκρούς και είκοσι τραυματίες.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μετά από επιχειρήσεις αγγλικών περιπόλων στο βόρειο μέρος της επαρχίας Πάφου συλλαμβάνεται ο Ευαγόρας την ώρα που μετέφερε με ζώα τρόφιμα και εφόδια στο δάσος. Τον μεταφέρουν στο Κτήμα, στο στρατόπεδο «Δασούδι» όπου τον βασανίζουν. Στις αρχές Ιανουαρίου 1957 τον μεταφέρουν στον αστυνομικό σταθμό Κτήματος όπου του ζητούν να αποκαλύψει άτομα και οπλισμό. Δεν υποκύπτει στις πιέσεις και μεταφέρεται στις Κεντρικές φυλακές Λευκωσίας.
Στις 14 Φεβρουαρίου 1957 δικάστηκε από το Ανώτερο Ειδικό Δικαστήριο στις 25 Φεβρουαρίου καταδικάζει τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη σε θάνατο.
Στις 11 Μαρτίου 1957 ο δήμαρχος Λεμεσού ζητά να χαριστεί η ζωή του αγωνιστή.
Έκκληση για χάρη στον Ευαγόρα ζητούν ακόμη με υπομνήματά του η ελληνική κυβέρνηση, ο Χωροεπίσκοπος Σαλαμίνος Γεννάδιος, 40 Βρετανοί Εργατικοί βουλευτές.
Τη νύχτα της 13/14 Μαρτίου ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίζεται και κηδεύεται στα Φυλακισμένα μνήματα.
Σχετικά βιβλία:
ΕΥΑΓΟΡΑΣ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΔΗΣ ο ήρωας κι ο ποιητής – Γεωργίου Χατζηκωστή – Εκδόσεις Κ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ – ΛΕΥΚΩΣΙΑ 1995
Σχετικές σελίδες:
http://www.geocities.com/sykygr/diafora/pallikaridis.htm
http://www.erevos.com/freedom/evagoras/evagoras.htm
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%85%CE%B1%CE%B3%CF%8C%CF%81%CE%B1%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%AF%CE%B4%CE%B7%CF%82